Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

22η συνέχεια


Ο Αντώνης δεν μπορούσε να ησυχάσει και να συγκεντρωθεί στη δουλειά του εκείνες τις μέρες. Μέσα του πάλευαν η οργή του για τη χαμένη μάχη με την Ελπίδα . Με πολλή προσπάθεια η συγκράτηση του να μην εξαφανίσει από προσώπου γης αυτό το πιτσιρικά που έτσι ξαφνικά του άλλαξε όλη τη κατάσταση.
 Δεν έμαθε να χάνει, δεν έμαθε να μην αποκτάει ότι έβαζε στο μάτι και στις επιθυμίες του και η Ελπίδα ήταν κάτι απροσδόκητα επιθυμητό για εκείνον.Μέσα του πάλευε ο εγωισμός του και συγχρόνως η σχεδόν αφανής συνείδηση του να καταφέρει ότι αυτό το καιρό του έδινε σκοπό και φόρτιζε με αδρεναλίνη τις φλέβες του.. 
Η Κατερίνα φταίει, σκέφτηκε, αυτή έτσι ξαφνικά άλλαξε τα σχέδια του και την όλη κατάσταση και του φαινόταν εντελώς παράξενο η απροσδόκητη απόφαση της να απομακρύνει έτσι βιαστικά τη μικρή από το σπίτι τους.
Κοιτούσε από το γραφείο του και το γυάλινο τοίχο μπροστά του τους ανθρώπους που μόλις φαινόντουσαν.Σπάνια νοιαζόταν για κάτι άλλο πέρα από ότι τον αφορούσε. Όλα γύρω του ήταν βάση ενός σχεδίου, η γυναίκα του, η κόρη του , η τέλεια οικογενειακή εικόνα που τις πλαισίωνε..Ένα σπίτι που θα ζήλευαν πολλοί, μία δουλειά που την στύλωσε με όλα τα μέσα θεμιτά και αθέμιτα βασιζόμενος βέβαια στα λεφτά της Κατερίνας στην αρχή. Όλα ..μαζί με το υπέροχα διακοσμημένο γραφείο του και την εντυπωσιακή γραμματέα του στην είσοδο που θα ..γινόταν σίγουρα χαλάκι να την πατήσει αν της το ζητούσε ..όλα μαζί έφτιαχναν το κόσμο που ήθελε για εικόνα και εμφάνιση στον επιχειρηματία που κυριαρχούσε στο χρηματιστήριο.
Μέσα του όμως ένοιωθε ένα κενό, κάτι ανεκπλήρωτο, κάτι που τον ωθούσε συνεχώς να βρίσκει απολαύσεις να το γεμίσει. 
Η Ελπίδα ήταν κάτι που στην αρχή είδε στη ζωή του σαν σκουπιδάκι στο μάτι του, θυμάται ακόμα το καυγά που έκανε με τη Κατερίνα όταν τον πίεσε να την πάρουν στη κηδεμονία τους μετά το θάνατο του αδελφού της. Θα βοηθούσε στην εικόνα τους στη κοινωνία του είχε πει εκείνη και ήταν και  η κοινωνική λειτουργός που της είχε γίνει τσιμπούρι και την κοιτούσε με τόσο επιτιμητική ματιά που της έσπαζε τα νεύρα. Δέχθηκε ο Αντώνης απλά γιατί εκείνο το καιρό ήθελε να τραβήξει τη προσοχή της Κατερίνας από μία περιπέτεια του που φοβώταν ότι θα έβγαινε στην επιφάνεια και έτσι έβαλε τους δικηγόρους του να αναλάβουν τη προσωρινή κηδεμονία ,τη διαχείριση του σπιτιού και της ασφάλειας που θα έπαιρνε η μικρή από το θάνατο των γονιών της. Η Κατερίνα τον διαβεβαίωσε ότι θα φρόντιζε η παρουσία της μικρής να είναι σχεδόν αόρατη στο σπίτι και αυτό ήταν γεγονός όχι γιατί το ήθελε εκείνη αλλά γιατί η μικρή ήταν πάντα ένα κλειστό μελαγχολικό παιδί .
Την θυμάται στο γραφείο της κοινωνικής λειτουργού όταν την πρωτοείδε, ένα αδύνατο μικρο κοριτσάκι με χαμηλωμένα τα μάτια και μακριά μαύρα μαλλιά δεμένα με μία μαύρη κορδέλα. Θυμάται ότι ψιθύρισε στη Κατερίνα κάποια στιγμή να της την βγάλει γιατί του έφερνε την ανατριχίλα του θανάτου που κουβαλούσε μέσα στη ψυχή της αυτό το κοριτσάκι. Κάτι τον είχε προειδοποιήσει ότι θα ήταν ένας οιωνός άσχημος για το σπίτι τους μα ήταν τόσο βιαστικός να τελειώσουν με αυτή τη μελιστάλαχτη υποχρέωση που δεν της έδωσε προσοχή..
Πως άλλαξαν όλα ; Πως αυτό το κορίτσι μέσα σε 6 χρόνια έγινε αυτό το πλάσμα που αντίκρισε στην άκρη της σκάλας στο σπίτι τους εκείνη τη  μέρα; Έμεινε άφωνος από την αέρινη νεανική φιγούρα , ένα μείγμα παιδικής αθωότητας και γυναικείας ομορφιάς .Το βλέμμα του τότε χάιδεψε το κάθε εκατοστό της και σταμάτησε στα ρόδινα χείλη που σαν ανοιχτό λουλούδι σε καλούσαν να το κόψεις.
Εκείνη τη στιγμή την έβαλε στη κορυφή των επιθυμιών του και καμία φωνή συνείδησης δεν ήχησε μέσα του. Η Ελπίδα ήταν μικρή..μα στα εξωτικά μέρη που είχε ταξιδέψει είχε ξαπλώσει με μικρότερες από αυτήν και τον ικανοποιούσε η ιδέα ότι αυτός οδηγούσε ένα πλάσμα χωρίς αντίσταση σε δικά του λημέρια απόλαυσης.
Σαν καλός επιχειρηματίας που ήταν έκανε αμέσως το σωστό σχέδιο σκοπεύοντας στο πιο αδύνατο σημείο της μικρής. Τι της έλειπε;..τι ήταν εκείνο που υποσυνείδητα ζητούσε πάντα εκείνη η μελαγχολική ματια και η απρόσωπη παρουσία της στο σπίτι;..Αγάπη..αγάπη και ενδιαφέρον προσωπικό, φροντίδα και τρυφερότητα..της τα έδωσε σε δίσκο κι εκείνη τα πήρε με την αθωότητα της Χιονάτης απέναντι στο φαρμακερό μήλο .
Της έδειξε ενδιαφέρον χωρίς να γίνεται ενοχλητικός, της έκανε δωράκια από αυτά που κάνουν τα κοριτσάκια να χοροπηδούν από τη χαρά τους.Της έμαθε τις Τέχνες και το Θέατρο, το σωστό φαγητό και τη κακόμαθε με μικρές περιποιήσεις. Ένοιωθε ότι τον φοβώταν ,ότι μαζί του πρόσεχε ακόμα και πως κουνούσε τα χέρια της , πως έτρωγε και πως μιλούσε.. Τον ενοχλούσε βέβαια αυτό όμως του ήταν χρήσιμο για να την έχει κατά κάποιο τρόπο υπό την επιρροή του.
Βέβαια ένοιωσε κολακευμένος είναι αλήθεια όταν κατάλαβε ότι τον κοιτούσε σαν το είδωλο της, ότι είχε κρεμαστεί επάνω του σε κάθε απόφαση της. Έγινε κάτι που τον διασκέδασε απόλυτα, ο μέντορας της  σε πολλά και πάνω από όλα τη μόρφωση της. Σαν το σφουγγάρι η Ελπίδα απλά και μόνο για να μη τον στεναχωρήσει διάβαζε κλεισμένη όλο το 24ωρο στο δωμάτιο της. Της γέμισε τη ζωή με μαθήματα, ιδιαίτερα σχετικά με την εμφάνιση και τη συμπεριφορά της και έτσι την απέκλεισε από κάθε επαφή με νέα αγόρια που σίγουρα θα την πλησίαζαν στο σχολείο.
Το μόνο του εμπόδιο ήταν η Κατερίνα που έπρεπε να προσέχει να μη της φανεί παράξενο το ενδιαφέρον του για την ανεψιά του. Όμως η Κατερίνα είχε άλλες προτεραιότητες πάντα , το κόσμο της την ομορφιά της, τη λέσχη της τις φιλανθρωπικές εκδηλώσεις που ανέβαζαν το πρεστίζ της στη κοινωνία. Ακόμα και στη κόρη τους ήταν σχεδόν ανύπαρκτη και η Ελπίδα είχε πάρει τη πιο σημαντική θέση στη ψυχή της μικρής ,ήταν φανερό το τελευταίο καιρό..
Αυτή όμως η απότομη της απόφαση να απομακρύνει την Ελπίδα από το σπίτι πραγματικά τον βρήκε απροετοίμαστο και τον ξάφνιασε και ίσως με την παγωμένη αντίδραση του έχασε σημαντικό βήμα από όσα κατέκτησε στη ψυχή της Ελπίδας. Το πουλί έφυγε από τα χέρια του και δοκίμασε τις φτερούγες του, δύσκολο να το ξαναβάλει στο κλουβί του πάλι..
Πέταξε με δύναμη το ποτήρι που κρατούσε στην ακριβή μοκέτα και κοίταξε μ ενόχληση το λεκέ να απλώνεται επάνω της. Βλαστήμησε δυνατά βγάζοντας όλο το θυμό που είχε μέσα του.
Η γραμματέας του μπήκε απότομα τρομαγμένη από το θόρυβο και τον κοίταξε με φόβο.
-Τι κοιτάς σαν χαζή; καθάρισε τα ..ακύρωσε τα ραντεβού μου..δεν ξέρω πότε θα γυρίσω.
Το ακριβό του αυτοκίνητο τον οδήγησε στο διαμέρισμα που φιλοξενούσε πάντα πανέμορφες μικρούλες με ένα του τηλεφώνημα. Στα κόκκινα μαλλιά της και το καλλίγραμμο γυναικείο κορμί μαθημένο από έρωτα προσπάθησε να σβήσει το θυμό  και τον εγωισμό του .Ο έρωτας του βίαιος και απαιτητικός έγινε αποδεκτός από το πληρωμένο κορμί που είχε μάθει να υπομένει τέτοια ξεσπάσματα.
Ο Αντώνης έφυγε από εκεί σχεδόν μεσάνυχτα και μέσα του είχε πάλι εκείνο το κενό..που δεν γέμιζε με τίποτα..

3 σχόλια: